εξανθρωπίζω

εξανθρωπίζω
(AM ἐξανθρωπίζω) [εξάνθρωπος]
μσν.- νεοελλ.
εξημερώνω, εκπολιτίζω
μσν.
παθ.
1. πεθαίνω («ἐάν ἐξανθρωπισθῶ ἀποτουνῡν νὰ μὲ ἐνταφιάσει ἡ ἐμὴ γυνή», διαθήκη 15ου αιώνα)
2. (για ζώα) αποκτώ ανθρώπινες ιδιότητες
αρχ.
1. κάνω κάτι προσιτό ή κατάλληλο για άνθρωπο («σιτία ἐξηνθρωπισμένα», Ιπποκρ.)
2. φέρομαι φιλικά στους ανθρώπους, συμπεριφέρομαι ως κοινός άνθρωπος («δεδιέναι μὴ ἐξανθρωπισθείητε»
[για αυτοκράτορες] να φοβάστε μήπως φανείτε ως κοινοί άνθρωποι, Συν.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἐξανθρωπίζω — humanize pres subj act 1st sg ἐξανθρωπίζω humanize pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξανθρωπίζω — εξανθρωπίζω, εξανθρώπισα βλ. πίν. 33 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • εξανθρωπίζω — εξανθρώπισα, εξανθρωπίστηκα, εξανθρωπισμένος, μτβ., κάνω κάποιον άνθρωπο, τον κάνω ανθρωπινότερο, τον εκπολιτίζω, τον ημερεύω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐξανθρωπίσει — ἐξανθρωπίζω humanize aor subj act 3rd sg (epic) ἐξανθρωπίζω humanize fut ind mid 2nd sg ἐξανθρωπίζω humanize fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπίσῃ — ἐξανθρωπίζω humanize aor subj mid 2nd sg ἐξανθρωπίζω humanize aor subj act 3rd sg ἐξανθρωπίζω humanize fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπιζόντων — ἐξανθρωπίζω humanize pres part act masc/neut gen pl ἐξανθρωπίζω humanize pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπίζοντι — ἐξανθρωπίζω humanize pres part act masc/neut dat sg ἐξανθρωπίζω humanize pres ind act 3rd pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπιζομένῳ — ἐξανθρωπίζω humanize pres part mp masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπισθείη — ἐξανθρωπίζω humanize aor opt pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξανθρωπισθείητε — ἐξανθρωπίζω humanize aor opt pass 2nd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”